ἀποστολῆς

ἀποστολῆς
ἀποστολεύς
one who dispatches
masc nom pl
ἀποστολεύς
one who dispatches
masc nom/voc pl
ἀποστολή
sending off
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αποστόλης — I Επώνυμο οικογένειας λογίων των υστεροβυζαντινών χρόνων. 1. Αρσένιος (Χάνδακας, Κρήτη 1468 – Βενετία 1535). Ήταν γιος του επίσης διαπρεπούς λογίου Μιχαήλ A. (βλ. 2.), του οποίου κληρονόμησε όχι μόνο το φιλολογικό ταλέντο, αλλά και τον βίαιο και… …   Dictionary of Greek

  • Αποστόλης, Νικολής — (Ψαρά 1770 – Αίγινα 1827). Ψαριανός ναύαρχος και κορυφαίος αγωνιστής του 1821. H οικογένειά του ήταν από τη Μάνη απ όπου έφυγε μετά την ανακατάληψή της από τους Τούρκους (1715). Σε νεαρή ηλικία ακολούθησε τον Λάμπρο Κατσώνη, μετά την ήττα του… …   Dictionary of Greek

  • διπλωματία — Με τον όρο δ. εννοείται το σύνολο των κανόνων, μέσων και συνηθειών που χρησιμοποιούν τα κράτη για να ρυθμίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Υπό ευρεία έννοια, η δ. χαρακτηρίζει τη γραφειοκρατική οργάνωση που ελέγχει και ερμηνεύει αυτούς τους κανόνες… …   Dictionary of Greek

  • αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… …   Dictionary of Greek

  • πρόξενος — Άμισθος ή έμμισθος κρατικός υπάλληλος, ο οποίος εδρεύει μόνιμα στο έδαφος αλλοδαπού κράτους, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, και έχει ως αποστολή να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή να διεκπεραιώνει υποθέσεις των πολιτών του κράτους που εκπροσωπεί ή… …   Dictionary of Greek

  • Σκοτ, Ρόμπερτ Φόκον — (Scott). Άγγλος εξερευνητής (Ντέβονπορτ 1868 Ανταρκτική 1912). Υπηρέτησε στο αγγλικό πολεμικό ναυτικό και διακρίθηκε τόσο ώστε το 1889, σε ηλικία 21 ετών, του ανατέθηκε η ηγεσία μιας εξερευνητικής αποστολής στην Ανταρκτική. Ξεκίνησε τον Αύγουστο… …   Dictionary of Greek

  • HMS Hyacinth (1940) — «Хайасинт» / «Апостолис» Hyacinth (K84) / Αποστόλης …   Википедия

  • Апостолис, Николис — Николис Апостолис Νικολής Αποστόλης …   Википедия

  • Γκάμα, Βάσκο ντα- — (Vasco da Gama, Σίνες, Μπάιχο Αλεντέζο 1469; – Κοτσίν, Ινδία 1524). Πορτογάλος θαλασσοπόρος. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών, αλλά από νεαρή ηλικία ακολούθησε σταδιοδρομία ναυτικού. Πήρε μέρος σε μερικές πορτογαλικές εξερευνητικές αποστολές κατά …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”